Τελευταία ενημέρωση 14 Μαρτίου, 2024 στις 12:09 μμ
Σημείωμα του Δελτίου Εργατικής Νομοθεσίας
1. Στο άρθρο 4 παρ. 1 του Α.Ν. 539/45 περί χορηγήσεως αδείας αναψυχής, ορίζονται τα εξής:
«Άρθρον 4. — 1. Η χρονική περίοδος χορηγήσεως της αδείας κανονίζεται μεταξύ εργοδότου και μισθωτού, του πρώτου υποχρεουμένου να χορηγήση την αιτηθείσαν άδειαν το πολύ εντός διμήνου από της υπό του δευτέρου διατυπώσεως της σχετικής αιτήσεως.
Πάντως το ήμισυ τουλάχιστον των κατ’ έτος εν εκάστη επιχειρήσει δικαιουμένων αδείας δέον να ικανοποιούνται εντός του από 1ης Μαΐου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου χρονικού διαστήματος.
Η κατά τα ανωτέρω απαιτουμένη αίτησις σκοπεί μόνον εις τον προσδιορισμόν των χρονικών ορίων, εντός των οποίων υφίσταται υποχρέωσις δια την χορήγησιν της αδείας και δεν αποτελεί τυπικήν προϋπόθεσιν δια την υπό του μισθωτού, κατά τας διατάξεις του παρόντος Νομου, άσκησιν του εις άδειαν μετ’ αποδοχών δικαιώματος αυτού, του εργοδότου υποχρεουμένου όπως προ της λήξεως του ημερολογιακού έτους, παράσχη την άδειαν, έστω και εάν δεν εζητήθη αύτη υπό του μισθωτού».
Με το άρθρο 61 του Ν. 4808/21 (ΔΕΝ 2021 σελ. 1025(1058) ετροποποιήθη το τρίτο εδάφιο της ανωτέρω διατάξεως (τα υπογραμμισμένα ανωτέρω) και προσετέθη τέταρτο εδάφιο, το οποίο ορίζει τα εξής:
«Η δικαιούμενη, κατ’ έτος, άδεια πρέπει να εξαντλείται μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επομένου ημερολογιακού έτους».
Έτσι καθορίζεται ως δήλη ημέρα χρογήσεως της αδείας, αντί της λήξεως του ημερολογιακού έτους, η 31η Μαρτίου του επομένου έτους. «Δήλη ημέρα» χαρακτηρίζεται η «ωρισμένη ημέρα κατά την οποία ο οφειλέτης πρέπει να εκπληρώση την παροχή του».
2. Από την τελευταία ανωτέρω διάταξη, προκύπτει ότι ο οικείος εργοδότης υποχρεούται προ της λήξεως του πρώτου τριμήνου του επομένου έτους (προ δηλαδή της 31ης Μαρτίου) να χορηγήση στον μισθωτό την άδειά του ολόκληρη ή το εναπομείναν τμήμα αυτής (καθώς και τις αποδοχές και το επίδομα αδείας), έστω και αν δεν την εζήτησε ο μισθωτός.
Την άδεια, όταν πλησιάζη η 31η Μαρτίου, υποχρεούται ο εργοδότης να χορηγήση, ακόμη και αν ο μισθωτός δεν δέχεται να λάβη άδεια, αφού αφ’ ενός μεν κατά το άρθρο 5 του ιδίου νόμου (ΑΝ 539/45) «πάσα συμφωνία μεταξύ εργοδότου και μισθωτού, περιλαμβάνουσα την εγκατάλειψιν του εις άδειαν δικαιώματος του μισθωτού ή την παραίτησιν αυτού από το εν λόγω δικαίωμα, ακόμη και αν προβλέπη την καταβολήν εις αυτόν επηυξημένης αποζημιώσεως (αδείας) θεωρείται ανύπαρκτος», αφ’ ετέρου δε, αν ο εργοδότης δεν χορηγήση την άδεια μέχρι την 31η Μαρτίου, υφίσταται διοικητικές και ποινικές κυρώσεις, βάσει του άρθρου 5 του ΑΝ 539/45 και των μεταγενεστέρων διατάξεων (άρθρο 24 και 28 Ν. 3996/11 – ΔΕΝ 2011 σ. 1089 και ΔΕΝ 2014 σελ. 411). Βλ. και την ΥΑ 80016/22 «Κατηγοριοποίηση παραβάσεων και καθορισμός ποσού προστίμου ….» στο ΔΕΝ 2022, τεύχος 1790 σελ. 1397 επ. (περίπτωση 37 του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ ΙΙ σελ. 1419).
3. Με την χορήγηση της αδείας, ο εργοδότης νομίμως αρνείται να αποδεχθή τις τυχόν προσφερόμενες υπηρεσίες του μισθωτού, αφού η χορήγηση της αδείας επιβάλλεται από τον νόμο.
4. Στον ΚΩΔΙΚΑ ΑΤΟΜΙΚΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ (ΚΑΕΔ), οι ανωτέρω υπό 1 διατάξεις περί αδείας έχουν περιληφθή στο άρθρο 214.
Πετίνη-Πηνιώτη Χρυσούλα
Δικηγόρος